Η μοναξιά της ανάγνωσης

book__mainΗ μοναξιά της ανάγνωσης

«η διάρκεια της ζωής εξαρτάται από τα συναισθήματα»

Αχ αυτά τα απέραντα απογεύματα του καλοκαιριού πόση ήσυχη ζωή κρύβουν.

Ένα βολικό κάθισμα σε ξαπλωτή θέση στο πιο δροσερό μέρος της βεράντας, μια προετοιμασία για την απόλυτη λατρευτή μοναξιά και χάνομαι μέσα στο μαγικό κόσμο των βιβλίων. Είναι τόσες πολλές οι ώρες αυτά τα απογεύματα που φτάνουν να τελειώσεις ένα μυθιστόρημα μέχρι να αισθανθείς το χάδι από τη πρώτη δροσιά του σούρουπου πάνω σου.

Κάθε απόγευμα και μια ολόκληρη ζωή ξετυλίγεται μπροστά μου. Μια περιπέτεια, καινούργια πρόσωπα, δαιδαλώδεις διαδρομές ψυχών κι ανθρώπων που ξεπηδούν πάντα μέσα από τη φαντασία του συγγραφέα τους… Πόσα ερωτικά αγγίγματα, πόσες λαχτάρες και πόσα μυστικά. Κι εγώ ευτυχισμένος μέσα στην απόλυτη μοναξιά της ανάγνωσης γεύομαι τη καλύτερη πνευματική τροφή που μόνον τα βιβλία μου δίνουν…

Κάθε μεσημέρι περιμένω να γυρίσουν από τη θάλασσα τα παιδιά της γειτόνισσας με φωνές, χαρούμενα και μέχρι να βγουν στην αυλή να παίξουν με το λάστιχο ρίχνοντας νερό το ένα στο άλλο για να ξεπλύνουν το αλάτι που στέγνωσε πάνω στο νεανικό τους χνούδι, στα κορμάκια τους, η μητέρα τους σερβίρει το φαγητό και τους φωνάζει…Ελάτε στο τραπέζι…φτάνει πια το πλύσιμο… έπειτα σκουπίζονται με τις μεγάλες πολύχρωμες πετσέτες και τρέχουν πιο θα φτάσει  πρώτο στο τραπέζι. Τρώνε με λαχτάρα και βιασύνη το νόστιμο μεσημεριάτικο φαγητό , γεύονται  και το άφθονο δροσιστικό φρούτο κι έπειτα ησυχάζουν διαβάζοντας κόμικς στην αυλή… Κάποια στιγμή δεν αντέχουν άλλο και πέφτουν κουρασμένα για ύπνο πότε στην αυλή στους μπαμπού καναπέδες  και πότε πάνε στα κρεβάτια τους μέχρι αργά το απόγευμα…

Οι μέλισσες  βουίζουν και επισκέπτονται τα ηλιόλουστα άνθη ρουφώντας το νέκταρ και τα πουλιά με κελαϊδίσματα και φτερουγίσματα από κλαδί σε κλαδί στα πιο σκιερά μέρη, στις πιο πυκνές φυλλωσιές των πανύψηλων δέντρων απολαμβάνουν τον έρωτά τους.

Οι πεταλούδες αθόρυβα πετούν και ψάχνουν κάποιο άνθος να βρουν που ξέφυγε από τις συνεχείς επιδρομές των εντόμων….

Η ανάσα μου φουσκώνει και ξεφουσκώνει ρυθμικά το γυμνό στήθος μου και η ηλιοκαμένη επιδερμίδα μου πάλλεται στους ρυθμούς της καρδιάς. Καλοκαιρινό θέαμα το θέαμα του γυμνού εαυτού μου. Μοναδικό το άγγιγμα της παλάμης μου στο στήθος μου και το ασυναίσθητο ανακάτεμα με τα δάχτυλα στις υπάρχουσες τρίχες στο στέρνο…

Βαθειές ανάσες καθώς οι σελίδες γυρνούν η μία μετά την άλλη, καθώς τρέχω μαζί με τους νέους της ιστορίας φίλους στις περιπέτειες του βιβλίου. Διάλογοι… Πόσο όμορφοι διάλογοι από πρόσωπα που μίλησαν μέσα στο μυαλό του συγγραφέα κι έπειτα γράφτηκαν στο χαρτί…κι έπειτα μίλησαν στον κόσμο… Πόσο όμορφοι διάλογοι… πόσο ζωντανοί διάλογοι… πόσο αξέχαστοι.

Συνήθως αυτά που συζητάμε καθημερινά στη ζωή μας τα ξεχνάμε… κρατάμε μόνον τα σημεία συνάντησης, τους τόπους, ίσως την ώρα αν ήταν πρωί ή αν ήταν βράδι. Όμως τους διαλόγους τους ξεχνάμε…

Μόνον τα βιβλία κρατούν τους διαλόγους ζωντανούς. Μόνον μέσα από τα βιβλία γεύεσαι την αξία των διαλόγων…έστω και των πιο απλών…. Γιατί αυτοί οι διάλογοι γεμίζουν τη ζωή μας… αυτοί μεταφέρουν την αλήθεια μέσα μας… μ’ αυτούς τους διαλόγους σκορπίζουμε τα συναισθήματά μας στους γύρω μας δίνοντας διάρκεια στις σχέσεις μας.

Διαβάζω. Οι αισθήσεις μου λειτουργούν χαλαρά. Η ακοή μου λαμβάνει τους ήχους, η αφή μου μεταδίδει στον εγκέφαλό μου τα μικρά και ασυναίσθητα αγγίγματα  από τα δάχτυλά μου που ταξιδεύουν πάνω στο στήθος και στη κοιλιά μου. Η γεύση μου ανανεώνεται με την αραιή σε διαστήματα γουλιά του δροσερού νερού από το ποτήρι που ακουμπά στο διπλανό χαμηλό τραπεζάκι. Η όσφρησή μου λειτουργεί σαν από μακριά από το έντονο άρωμα ενός άνθους… Όλες τις μεταφέρει ο εγκέφαλός μου σε μια άκρη και τις αφήνει έτσι απλά να υπάρχουν, ίσα ίσα να αναπνέουν.

Μόνον η όραση βρίσκεται σε εγρήγορση. Διαβάζω και η ματιά μου, αν είναι δυνατόν να βλέπει και τη πίσω σελίδα. Θέλει να πορευτεί μαζί με την άκρατη επιθυμία που δεν έχει όρια και δεσμεύσεις. Μοιάζει με σκύλο που περπατά δεμένος με λουρί στο δρόμο, ενώ θέλει τη πλήρη ελευθερία, να το σπάσει  για να τρέξει με όλη τη δύναμη… Μα και το διάβασμα έχει ένα όριο στη ταχύτητα. Παίρνει κάποιες εντολές από τον εγκέφαλο.  Ακολουθεί  από πίσω την επιθυμία για το μετά, της επόμενης σελίδας…

Παίρνω μιαν ανάσα. Καθαρίζω τα γυαλιά μου κι αφήνω τη ματιά μου να σκουπίζει με υπομονή τις λέξεις, τις φράσεις, αφήνοντας τη σκόνη να γίνεται μαγική και να διεισδύει στο είναι μου….μέσα βαθειά στη ψυχή μου…. Το βιβλίο είναι μαγικό. Το διάβασμα με μεταφέρει στη μαγεία του… Σαν μάγος αγγίζω τα συναισθήματά μου με το σελιδοδείκτη που κρατώ και δίνω διάρκεια στη ζωή μου…

Ζω την απόλυτη μοναξιά της ανάγνωσης ενώ ξέρω πως το βράδυ θα με επισκεφτείς.

Ξέρω πως θα παίξουμε με τις λέξεις με τους διαλόγους μας. Ξέρω πως με μια ματιά μου τάχα ερευνητική στο απέναντι μπαλκόνι που μένει μόνη της η Χριστίνα από την Αγία Πετρούπολη, θα σε κάνω να νοιώσεις και πάλι τη ζήλεια να σε βασανίζει χωρίς να λες κάτι γι αυτό.

Ξέρω πως μετά θα σε αγαλιάσω και θα σε σφίξω στην αγκαλιά μου γιατί θα νοιώθω την ευχαρίστηση που θα καταλάβω πως ακόμα με θέλεις.

Θα πιούμε τα ποτά μας με μπόλικο πάγο, θα μιλήσουμε για τον άδικο χαμό της αγαπημένης σου φίλης της Αλίκης σε εκείνο το μοιραίο τροχαίο εκείνο το βράδι. Θα μας κυριεύσει  η λύπη, θα μιλήσουμε για τη δυστυχία της κόρης της, για το μίσος που έτρεφε για τον άντρα της, για την ανήδονη ζωή της…θα μιλήσουμε για το πένθος που χρωμάτισε με τις αποχρώσεις του γκρί τις ζωές μας.

Θα σου θυμίσω το ταξίδι που πήγαμε στην Ιαπωνία. Την επίσκεψή μας στην ιερή πόλη Νάρα, εκεί που δέσαμε δυο αιώνιες ευχές πάνω σένα μπονζάϊ και που θα είναι ακόμα εκεί να τις εμπνέει ο μυστηριακός τόπος και να τις φυσάει ο άνεμος του Ειρηνικού ωκεανού…

Κι έπειτα όπως θα κάθεσαι με το θρησκευτικό σου συναίσθημα να αγγίζει την αιτία της ύπαρξής σου, θα σου πω σοβαρά πως με τον τρόπο που κάθεσαι βλέπω το εσώρουχό σου… Θα ταραχτείς σαν από σεισμό. Θα νοιώσεις ντροπή σαν να είναι η πρώτη φορά… θα εκφράσεις το θυμό σου και θα μου πετάξεις μαξιλάρι αφού το μίσος στην έκφρασή σου δεν θα σου αφήσει το χρόνο να βρεις κάτι πιο βαρύ να μου πετάξεις…

Έπειτα θα παλέψουμε, θα πέσεις στην αγκαλιά μου…Θα σε σφίξω τόσο όσο να φύγουν ο θυμός και το μίσος. Ένα φιλί θα φέρει τη γαλήνη ανάμεσά μας… Η αγάπη υπάρχει εδώ και καιρό. Γι αυτό παίζουμε με τα συναισθήματά μας…Γι αυτό ζούμε. Γι αυτό κάθε βράδυ σε περιμένω να έρθεις. Γι αυτό έρχεσαι… Γιατί ανάμεσά μας ζει η αγάπη… μια αγάπη που τη διατηρούμε με τα συναισθήματα…. Αυτά τα γνωστά που συνθέτουν τη ζωή μας.

Αχ αυτά τα ατέλειωτα απογεύματα του καλοκαιριού πόσο ήσυχη ζωή κρύβουν.

Διαβάζω το τελευταίο κεφάλαιο… Ο συγγραφέας αφήνει αναπάντητες φράσεις στο φινάλε της ιστορίας του. Οι τρεις ήρωες του παραμυθιού έβαλαν τα καπέλα τους κι έφυγαν. Όλοι οι άλλοι έμειναν να αιωρούνται σε μια ζωή που τα πάντα αλλάζουν από στιγμή σε στιγμή. Τι να έγινε άραγε με τη κυρία Ευτέρπη; Πόσο να έζησε μόνη της στο γωνιακό της οδού Κριεζώτου. Τα αλητόπαιδα της πλατείας; Θα μπορούσαν σήμερα να είναι κάλλιστα επιστήμονες….Ποτέ δεν ξέρεις  ποια θα είναι η εξέλιξη ενός παιδιού…. Η Κατερίνα; Παντρεύτηκε άραγε το μοναδικό έρωτα της ζωής της τον Ιωσήφ; Ίσως σήμερα να είναι η γυναίκα κάποιου άλλου κυρίου. Ίσως να μη παντρεύτηκε ποτέ.

Πόσο μ’ αρέσουν τα βιβλία που δεν τελειώνουν με μια τελεία. Γιατί μετά σου αφήνουν και κάποιο όνειρο. Ξυπνάς το πρωί και λες στον εαυτό σου πως τη νύχτα είδες στον ύπνο σου τη Κατερίνα στο γάμο της με τον Ιωσήφ, είδες τα αλητόπαιδα της πλατείας…μετά από χρόνια σε μια Αθήνα αλλαγμένη,  ο ένας γιατρός κι ο άλλος κοσμηματοπώλης…. Είδες τη κυρία Ευτέρπη να πουλάει το γωνιακό της οδού Κριεζώτου και να πηγαίνει σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στο Παρίσι….έτσι απλά γιατί της ταίριαζε περισσότερο το Παρίσι…

Το σούρουπο έδωσε τα χρώματά του στον αττικό ουρανό. Έκλεισα το βιβλίο μ’ ευχαρίστηση. Έκανα ένα γρήγορο ντους, ήπια ένα καφέ και με άγχος που με έκανε ανήσυχο περίμενα το χτύπημα στο κουδούνι.

Αυτό το άγχος με σκοτώνει…κάθε βράδυ μέχρι που το κουδούνι χτυπά και μετά γίνομαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος… γιατί όταν έρχεσαι πραγματικά είμαι ευτυχισμένος…

Η αγάπη μας είναι τόσο όμορφη , η αρμονία που κυριαρχεί στη σχέση μας φέρνει τη πληρότητα….στον έρωτά μας…

Μόνο το άγχος της αναμονής μέχρι το επόμενο κτύπημα στο κουδούνι δεν το αντέχω…Με σκοτώνει.

Κοιτάω τα αεροπλάνα που πετούν στο νυχτερινό ουρανό. Τη νύχτα τα αεροπλάνα φαίνονται για πολύ. Νομίζεις πως δεν τρέχουν. Πόσο κόσμο μεταφέρουν στους ουράνιους δρόμους…πόσα όνειρα…πόσα βιβλία…πόσους ήρωες ….πόσες ιστορίες….

Βλέπω τα μικρά φωτάκια τους να γίνονται αστέρια στον ουράνιο θόλο…. Και περιμένω το κτύπημά σου στο κουδούνι που θα με κάνει ευτυχισμένο.

old-books1_0.jpg

Dimitris Manousakis — Οι φωτογραφίες είναι από το διαδίκτυο

4 thoughts on “Η μοναξιά της ανάγνωσης

  1. Με ταξίδεψες πάλι Δημήτρη! Και εμένα μου αρέσει να διαβάζω τα καλοκαιρινά απογεύματα. Πολύ ωραία η μικρή σου ιστορία. εξαιρετική!

Σχολιάστε